céréalière - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

céréalière - translation to ρωσικά


céréalière      
{ adj } ({ fém } от céréalier)
céréalier         
производитель зерна
céréalier         
1. { adj } ({ fém } - céréalière)
хлебный, зерновой, злаковый
2. {m}
1) производитель зерна
2) зерновоз ( судно )
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για céréalière
1. Pics de production céréalière Entamée le 25 mai dernier, la campagne de moisson battage tire à sa fin.
2. Ils iront rejoindre la cohorte de ceux qui lont déjà abandonnée pour sadonner à une autre culture telle la céréalière.
3. Pour la collecte, il est prévu 17 points disséminés à travers les communes où la production céréalière est plus ou moins satisfaisante.
4. Par ailleurs, linfestation des champs de blé tendre, notamment par la punaise des céréales, continue de susciter des inquiétudes dans le monde rural, et ce, à mesure que la campagne céréalière avance.
5. Le Niger, deuxième pays le plus pauvre d‘Afrique, compte désormais sur les pluies enregistrées cette saison, les plus importantes depuis 30 ans, pour améliorer sa production céréalière et reconstituer ses réserves d‘eau. /CF (publicité)